Ωστόσο, η σχέση μεταξύ του διαθλαστικού σφάλματος και των τιμών των διαφόρων οφθαλμικών παραμέτρων είναι αρκετά σύνθετη, οπότε σήμερα ένας τέτοιος διαχωρισμός θεωρείται αδόκιμος. Για παράδειγμα, σύγχρονες βιομετρικές μελέτες του οφθαλμού έχουν δείξει ότι οι εμμετρωπικοί οφθαλμοί δύναται να έχουν μεγάλες διακυμάνσεις, λόγω του μηχανισμού «εμμετροποίησης» α) στη διαθλαστική τους ισχύ και β) στο αξονικό τους μήκος, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως είναι δύσκολο να ορίσουμε ένα «φυσιολογικό» αξονικό μήκος ή μια «φυσιολογική» συνολική διοπτρική ισχύ του οφθαλμού. Σήμερα πιστεύεται όμως ότι τα διαθλαστικά σφάλματα (μυωπία και υπερμετρωπία) οφείλονται στο εσφαλμένο ταίριασμα μεταξύ του αξονικού μήκους του οφθαλμού με τη συνολική διοπτρική του δύναμη. (εικόνα δεξιά: μυωπικός (πάνω) και εμμετρωπικός (κάτω) οφθαλμός – απεικόνιση με μαγνητική τομογραφία, Atchison et al., 2004)
Τα διαθλαστικά σφάλματα διαχωρίζονται σε:
μυωπία
υπερμετρωπία
αστιγματισμό
πρεσβυωπία (αν και αποτελεί αποτέλεσμα της “γήρανσης” του οφθαλμικού συστήματος)